nef
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
nef | nefs |
nef (fr) αρσενικό
Content-Length: 68598 | pFad | https://el.wiktionary.org/wiki/nef
ενικός | πληθυντικός |
nef | nefs |
nef (fr) αρσενικό
Fetched URL: https://el.wiktionary.org/wiki/nef
Alternative Proxies: