treaty
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
treaty | treaties |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]treaty (en)
- η συνθήκη, διεθνής συμφωνία
- ⮡ a peace treaty - συνθήκη ειρήνης
Content-Length: 65627 | pFad | https://el.wiktionary.org/wiki/treaty
ενικός | πληθυντικός |
treaty | treaties |
treaty (en)
Fetched URL: https://el.wiktionary.org/wiki/treaty
Alternative Proxies: