Γασκώνη
Η Γασκώνη (γαλ. Gascogne [ɡaskɔɲ]; γασκωνικά: Gasconha [ɡasˈkuɲɔ]) είναι μια πολιτιστική περιοχή στη νοτιοδυτική Γαλλία, βόρεια της αυτόνομης κοινότητας της Καταλονίας (Ισπανία). Περικλείεται στα φυσικά όρια που σχηματίζονται από τον Ατλαντικό Ωκεανό στα δυτικά, την πορεία του ποταμού Γαρούνα στα βορειοανατολικά, τον υποπαραπόταμό του τον Λεζ (Lèze) στα νοτιοανατολικά και την οροσειρά των Πυρηναίων στα νότια. Βρίσκεται στη σημερινή περιοχή των γαλλικών νομών Λαντ, Ζερς, Άνω Πυρηναία και, εν μέρει, άλλων περιοχών της Νέας Ακουιτανίας και της Οξιτανίας.
Η περιοχή ονομάστηκε διαδοχικά Ακουιτανική Γαλατία, «Γη των Εννέα Λαών» (Novempopulanie), Βασκονία και στη συνέχεια Γασκώνη. Εξαφανίστηκε ως πολιτική οντότητα το 1063 όταν προσαρτήθηκε στο Δουκάτο της Ακουιτανίας. Μετά τη Συνθήκη του Παρισιού του 1259, το Δουκάτο της Ακουιτανίας πήρε το όνομα του Δουκάτου της Γκιγιέν. Ωστόσο, το όνομα Γασκώνη παρέμεινε σε χρήση μέχρι τη Γαλλική Επανάσταση.
Διακρίνεται για την πολιτιστική της ταυτότητα που βασίζεται στην ιστορική εξέλιξη των λαών της Ακουιτανίας που μιλούσαν την πρωτοβασκική γλώσσα, προς έναν λαό της Γασκώνης που χαρακτηρίζεται από μια ρομανική γλώσσα, οξιτανορομανική ή «ακουιτανο-ρομανική» (Aquitano-Romance) με έντονες ιδιαιτερότητες. Η γασκωνική γλώσσα σήμερα κατατάσσεται ως διάλεκτος της οξιτανικής γλώσσας.
Η Γασκώνη είναι η γενέτειρα πόλη του πραγματικού Ντ' Αρτανιάν, του μυθιστορηματικού ήρωα που έπλασε ο Αλέξανδρος Δουμάς στο έργο του Οι Τρεις Σωματοφύλακες, καθώς και του μυθιστορηματικού ομώνυμου χαρακτήρα του έργου Συρανό ντε Μπερζεράκ του Εντμόν Ροστάν (αν και ο πραγματικός είχε παριζιάνικη καταγωγή). Είναι επίσης η γενέτειρα πόλη του Ερρίκου Γ΄ βασιλιά της Ναβάρρας, ο οποίος μετέπειτα στέφθηκε βασιλιάς της Γαλλίας ως Ερρίκος Δ΄.
Πέρα από τις ιστορικές και φιλολογικές αναφορές η Γασκώνη φημίζεται για τα γραφικά μεσαιωνικά χωριά και κωμοπόλεις της, τους χαλαρούς ρυθμούς της καθημερινότητάς της, το εύκρατο μεσογειακό κλίμα που προσελκύει κάθε χρόνο σημαντικό αριθμό επισκεπτών, αλλά και τη γαστρονομική της παράδοση. Θεωρείται πατρίδα του φουά γκρα και του περίφημου αποστάγματος οίνου το Αρμανιάκ (Armagnac), συγγενές με το κονιάκ.
Ιστορικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ακουιτανία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην αρχαιότητα οι κάτοικοι της Γασκώνης υπήρξαν οι Ακουιτανοί (λατινικά: Aquitani, κελτική ομάδα φυλών), με δική τους γλώσσα, η οποία σχετίζεται με τη σύγχρονη βασκική γλώσσα. Η ευρύτερη περιοχή ονομαζόταν Ακουιτανία, το όνομα της οποίας ετυμολογείται είτε από τη λατινική λέξη για το νερό (aqua), με άμεση αναφορά στα πολυάριθμα ποτάμια της περιοχής. Κατά μία άλλη εκδοχή η Ακουιτανία σχετίζεται με τη φυλή των Ausci (βλ. και σύγχρονη πόλη Ως [Auch], πρωτεύουσα της Γασκώνης), στην οποία περίπτωση ερμηνεύεται ως Χώρα των Ώσιων. Το έτος 50 π.Χ. πάντως η Ακουιτανία καταλαμβάνεται από τα στρατεύματα του Ιουλίου Καίσαρα και προσαρτάται στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Το έτος 27 μ.Χ., επί Αυτοκράτορα Αυγούστου, ιδρύεται η Επαρχία της Γαλατικής Ακουιτανίας (Gallia Aquitania), η οποία καταλαμβάνει μια πολύ μεγαλύτερη περιοχή από τα Πυρηναία μέχρι τον ποταμό Λίγηρα, συμπεριλαμβάνοντας έτσι τους Κέλτες Γαλάτες του βορρά.
Νοβεμποπουλανία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το έτος 297 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός αναλαμβάνει τη διοικητική μεταρρύθμιση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας· η ευρύτερη Ακουιτανία διαμελίζεται στα τρία και η περιοχή νότια του Γαρούνα (που αντιστοιχεί στην αρχική Ακουιτανία και συνεπώς τη Γασκώνη) ορίζεται ως επαρχία με όνομα Νοβεμποπουλανία (Novempopulania), ήτοι χώρα των εννέα φυλών. Οι άλλες δύο περιοχές ορίζονται εξίσου ως επαρχίες με ονόματα Ακουιτανική Α΄ και Ακουιτανική Β΄ αντίστοιχα (Aquitanica I και Aquitanica II).
Τη λεγόμενη Εποχή των μεγάλων μεταναστεύσεων η νεοσύστατη Ακουιτανία Νοβεμποπουλάνα, όπως ήταν επίσης γνωστή, έγινε πολλάκις στόχος των γερμανικών φυλών, με πιο αξιοσημείωτη την εισβολή των Βανδάλων περί το 407-409 μ.Χ. Λίγα χρόνια αργότερα, στα 416-418 μ.Χ. η Νοβεμποπουλανία καταλαμβάνεται από τους Βησιγότθους, οι οποίοι την εντάσσουν στο βησιγοτθικό βασίλειο της Τουλούζης· οι υπόλοιπες περιοχές διατηρούν σε κάποιο βαθμό την αυτονομία τους.
Το 507 μ.Χ. οι Βησιγότθοι ηττώνται από τους Φράγκους και σκορπίζονται στην Ισπανία, τη Σεπτιμανία (σημερινή ΝΑ Γαλλία) καθώς και την Αλβανία, και η Νοβεμπομπουλανία προσαρτάται -όπως και η υπόλοιπη νότια Γαλλία- στο Βασίλειο των Φράγκων. Η μεγάλη απόσταση από την έδρα του βασιλείου στο βορρά ευνοεί τους χαλαρούς δεσμούς μεταξύ τους, και αυτό έχει ως συνέπεια μια σειρά από ταραχώδεις περιόδους· συχνές είναι οι αναφορές σε ομάδες επαναστατημένων (Bacaudae) με έρεισμα την υψηλή φορολογία και το θεσμό της φεουδαρχίας, οι οποίες εντοπίζονται κυρίως γύρω από τη Χώρα των Βάσκων.
Βασκονία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γραπτές αναφορές του πρώιμου Μεσαίωνα συνδέουν τη Νοβεμποπουλανία με τους Βάσκους, οι οποίοι φέρονται να έχουν καταλάβει ολόκληρη την περιοχή. Ο δε Γρηγόριος της Τουρ μαρτυρεί πως οι λέξεις «Βάσκος» και «Γασκώνος» έχουν την ίδια ετυμολογική ρίζα και πως το όνομα «Βασκονία» κάποτε υπήρξε συνώνυμο της Νοβεμποπουλανίας.
Οι σύγχρονοι ιστορικοί απορρίπτουν αυτή τη θεωρία, η οποία στερείται αρχαιολογικών ευρημάτων· οι Χουάν Χοσέ Λάρρεα και Πιέρ Μπονασί αναφέρουν χαρακτηριστικά πως ο υποτιθέμενος «βασκονικός επεκτατισμός προς την Ακουιτανία είναι αναπόδεικτος, ούτε κάτι τέτοιο είναι προαπαιτούμενο για την ερμηνεία της ιστορικής εξέλιξης της περιοχής».[1] Όποια κι αν είναι η καταγωγή του γασκωνικού πολιτισμού, η βασκική επιρροή είναι τόσο εμφανής και παρούσα σε (κυρίως Καρολιγγιανά) έγγραφα της εποχής, όσο ασαφής είναι η ακριβής γεωγραφική έκτασή του (Wascones, qui trans Garonnam et circa Pirineum montem habitant,[2] όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στα Βασιλικά Φραγκικά Χρονικά).[3]
Η Vasconia εξελίχθηκε σε Wasconia και κατόπιν σε Gasconia (υπό την επιρροή των Ρομανικών γλωσσών το w μετατρέπεται συχνά σε g, όπως π.χ. στις λέξεις William και Guillaume). Σταδιακά η βασκικής προέλευσης γλώσσα της Ακουιτανίας έδωσε τη θέση της στη δημώδη Λατινική, στο «πάντρεμα» με την οποία αποδίδεται η γασκωνική γλώσσα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της παραφθοράς και ταυτόχρονα γέννεσης βρίσκουμε σε συγκεκριμένα φωνήματα, όπως το f που μετατρέπεται σε h (πρβλ. λατινικά fortia, γαλλικά force, ισπανικά fuerza, οξιτανικά fòrça, αλλά γασκωνικά hòrça). Παραδόξως, οι Βάσκοι βόρεια των Πυρηναίων αποκαλούν τους μη-ομιλούντες τη βασκική Γασκώνους, ενώ θα περίμενε κανείς το αντίστροφο.
Αφήνοντας κατά μέρος τις γλωσσικές παλινδρομήσεις της περιοχής, οι Βίκινγκ επιδράμουν σε πολλές γασκωνικές πόλεις, καταλαμβάνοντας τη Μπαγιόν στα 842-844 μ.Χ. Οι επιθέσεις αυτές φαίνεται να συνέδραμαν την πολιτική αλλοτρίωση του Δουκάτου, τουλάχιστον μέχρι την απώθηση τους από τον Γουλιέλμο Β΄ Δούκα της Γασκώνης το 982 μ.Χ. Εν τέλει, αποδυναμωμένο και στο περιθώριο του κινήματος του φεουδαλισμού, η εθνική οντότητα που αποτελούσε συνεκδοχικά το Δουκάτο της Γασκώνης αποδομήθηκε σε εκατοντάδες κομητείες και φέουδα από προύχοντες Γασκώνους.
Αυτοκρατορία των Ανδεγαυών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1152 η Ελεονώρα της Ακουιτανίας παντρεύεται τον μελλοντικό βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκο Β΄, στα χέρια του οποίου περιέρχεται μια τεράστια περιουσία· ο Ερρίκος σύντομα θα ελέγχει μια μεγάλη έκταση από τη βόρεια Αγγλία μέχρι τα Πυρηναία, κτήσεις που συγκαταλέγονται στη λεγόμενη Αυτοκρατορία των Ανδεγαυών.[4]
Έναν αιώνα αργότερα, το 1248, ο Σίμων του Μονφόρ, Δούκας του Λέστερ, διορίζεται διοικητής στο πολιτικά ασταθές Δουκάτο της Γασκώνης. Η αριστοκρατία και οι φεουδάρχες της εποχής αντιδρούν στην πολιτική καταπίεσης του αγγλόφερτου ηγεμόνα, αναγκάζοντας τον βασιλιά της Αγγλίας Ερρίκο Γ΄ να διατάξει επίσημη έρευνα. Ο κατηγορούμενος απαλλάσσεται των κατηγοριών, ωστόσο το 1252 τίθεται σε διαθεσιμότητα. Για να ηρεμήσουν τα πνεύματα και να αποκατασταθεί η τάξη, ο ίδιος ο βασιλιάς καταβαίνει στη Γασκώνη· σε μια ύστατη απόπειρα συμφιλίωσης παντρεύει τον 14χρονο υιό του Εδουάρδο με την Ελεονώρα της Καστίλης, κόρη του Ισπανού μονάρχη Αλφόνσο Ι΄. Με τον γάμο αυτό το Ισπανικό Στέμμα παραιτείται των διεκδικήσεων στη Γασκώνη και επιπρόσθετα προσφέρει τη συμμαχία του στον Οίκο των Πλανταγενετών, ο οποίος αντιμάχεται επί σειρά ετών τις διάφορες ομάδες αντιφρονούντων γύρω από την ευρύτερη περιοχή των Πυρηναίων.[5]
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1259, ο βασιλιάς της Γαλλίας Λουδοβίκος Θ΄ προσφέρει στον Ερρίκο Γ΄ της Αγγλίας γη βόρεια και ανατολικά της Γασκώνης.[6] Σε απάντηση της προσφοράς ο Ερρίκος παραιτείται της διεκδίκησης ενός μεγάλου αριθμού περιοχών, που καταλήφθηκαν επί βασιλείας Ιωάννη του Ακτήμονα.
Τον Μάιο του 1286 ο Εδουάρδος Α΄ της Αγγλίας αποτίει φόρο τιμής στον διάδοχο ηγεμόνα της Γαλλίας Φίλιππο Δ΄, ευχαριστώντας τον για την παραχωρηθείσα γη της Γασκώνης. Εντούτοις, λίγα χρόνια αργότερα το 1295, ο Φίλιππος ανακαταλαμβάνει τη γη· τα επόμενα χρόνια οι τρεις εκστρατείες του Εδουάρδου αποδεικνύονται αποτυχημένες, αφού το μεγαλύτερο μέρος της Γασκώνης παραμένει στην κατοχή του Φιλίππου, τουλάχιστον μέχρι τη Συνθήκη των Παρισίων (1303).[7]
Το 1324 ο Εδουάρδος Β΄ της Αγγλίας, με την ιδιότητα του Δούκα της Ακουιτανίας, βρίσκεται σε διαμάχη με το Γαλλικό Στέμμα· στον θρόνο της Γαλλίας βρίσκεται ο Κάρολος Δ΄, ο οποίος ανακηρύσσει το Δουκάτο της Γασκώνης «ψευδοκράτος» και ξεκινά εκστρατεία για το ανακαταλάβει. Ο Εδουάρδος, ακολουθώντας μια πιο διπλωματική τακτική, στέλνει τη γυναίκα του, και αδελφή του Γάλλου βασιλιά, Ισαβέλλα, να κάνει διακανονισμό και να αποτρέψει τις συρράξεις. Η Ισαβέλλα, έχοντας μαζί της τον διάδοχο του αγγλικού θρόνου (και μελλοντικό βασιλιά) Πρίγκηπα Εδουάρδο Γ΄, καταφέρνει κατά πως φαίνεται να κατευνάσει τον αδελφό της· αντί του πατέρα του, ο Πρίγκηπας Εδουάρδος αποτίει φόρο τιμής στο Γαλλικό Στέμμα και η Γασκωνία επιστρέφει για ακόμη μία φορά στην κατοχή των Άγγλων.[8]
Ο Κάρολος πεθαίνει το 1328 αφήνοντας πίσω του μόνο θυγατέρες· ο κοντινότερος άρρενας συγγενής είναι ο ανιψιός του Εδουάρδος Γ΄, ο οποίος ωστόσο είναι γιος της αδελφής του, Ισαβέλλας, η οποία ως γυναίκα δεν έχει δικαίωμα στο θρόνο. Το νομικό έρεισμα θα τεθεί σε συνέλευση των Γάλλων βαρώνων και ιεραρχών, οι οποίοι δια μέσω του Πανεπιστημίου των Παρισίων αποφασίζουν ότι άρρενα τέκνα αποκλείονται από το θρόνο, όταν το δικαίωμα προκύπτει από τη μεριά της μητέρας. Σύμφωνα με την κατ' άρρενα διαδοχή ο κοντινότερος συγγενής του Καρόλου είναι πλέον ο πρώτος του εξάδελφος Φίλιππος, Κόμης των Βαλουά, ο οποίος και στέφεται βασιλιάς το 1328 ως Φίλιππος ΣΤ΄. Ο νέος βασιλιάς της Γαλλίας διατείνεται πως ο Εδουάρδος Γ΄ δεν τιμά τις υποχρεώσεις του ως υποτελής του Γαλλικού Στέμματος και -κατόπιν συμβουλίου το 1337- αποφασίζει πως η Γασκώνη οφείλει να επιστραφεί στη Γαλλία. Το επεισόδιο αυτό θα σταθεί αφορμή για τον επικείμενο Εκατονταετή Πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου η Γασκώνη θα «αλλάξει χέρια» αρκετές φορές.[9][10] Η τελευταία πράξη του πολέμου λαμβάνει χώρα το 1453 με τη Μάχη του Καστιγιόν, στο τέλος της οποίας οι Άγγλοι βρίσκονται στην πλευρά των ηττημένων· η Αγγλία χάνει όλες τις εκτάσεις εντός Γαλλίας με εξαίρεση το Καλαί και τις Νήσους της Μάγχης, ενώ η Γασκώνη περνά εφεξής -και μέχρι τη σύγχρονη εποχή- στην κυριότητα της Γαλλίας.[11]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Juan José Larrea, Pierre Bonnassie: La Navarre du IVe au XIIe siècle: peuplement et société, page 123-129, De Boeck Université, 1998
- ↑ Οι Βάσκοι οι οποίοι διαμένουν περί τον Γαρούνα και περί τα Πυρηναία
- ↑ «The Development of Southern French and Catalan Society, 718–1050». THE LIBRARY OF IBERIAN RESOURCES ONLINE. Ανακτήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2010.
- ↑ Harvey, The Plantagenets, p.47
- ↑ p276 Chronicle of Britain ISBN 1-872031-35-8
- ↑ p280 Chronicle of Britain ISBN 1-872031-35-8
- ↑ p297 Chronicle of Britain ISBN 1-872031-35-8
- ↑ Chris Given-Wilson, επιμ. (2010). Fourteenth Century England VI: 6. London: Boydell Press. σελίδες 34–36. ISBN 1-8438-3530-4.
- ↑ Previte-Orton, C.W (1978). «The shorter Cambridge Medieval History 2». The shorter Cambridge Medieval History 2. Cambridge: Cambridge University Press, σελ. 872. ISBN 0-521-20963-3.
- ↑ Sumption, Jonathan (1991). The Hundred Years War I: Trial by Battle. Philadelphia: University of Pennsylvania Press. σελ. 184. ISBN 0-8122-1655-5.
- ↑ Wagner, John A (2006). «Encyclopedia of the Hundred Years War». Encyclopedia of the Hundred Years War. Westport CT: Greenwood Press, σελ. 79. ISBN 0-313-32736-X.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Gascogne στο Wikimedia Commons